Ιστορικά στοιχεία της ελιάς
Η ελιά αποτελεί το κατεξοχήν δέντρο του ελλαδικού χώρου, όχι μόνο επειδή σχετίζεται με την κοινωνικοοικονομική πραγματικότητα αλλά και γιατί θεωρείται βασικό στοιχείο του πολιτισμού της Ελλάδας .Η ελιά κυριαρχεί σε ήθη ,έθιμα και δοξασίες του ελληνικού λαού από την αρχαιότητα έως σήμερα.
Σύμφωνα με αρχαιολογικές έρευνες που έγιναν σε νησιά του Αιγαίου βρέθηκαν απολιθωμένα φύλλα ελιάς στα ηφαιστειογενή πετρώματα της Νισύρου και της Σαντορίνης τα οποία χρονολογήθηκαν σε ηλικία 50-60000 ετών.
Γύρω στο 42980 π.Χ. φαίνεται να υπήρξε το παλαιότερο ξύλο ελιάς στην κοιλάδα του Ιορδάνη.
Στην 4η χιλιετία π.Χ. φαίνεται ότι ο νεολιθικός άνθρωπος είχε εντάξει στη διατροφή του καρπούς αγριελιάς.
Υπολογίζεται ότι η καλλιέργεια της ελιάς στον Ελλαδικό χώρο ξεκίνησε από την Κρήτη της Μινωικής περιόδου και καταγράφεται από τη νεολιθική εποχή. Την περίοδο αυτή το μεγαλύτερο ποσοστό ελαιόλαδου που παράγεται προορίζεται για την παρασκευή αρωματικών ελαίων.
Έως τα τέλη του 7ου αιώνα π.Χ. παρατηρείται περιορισμένη χρήση του ελαιόλαδου. Θεωρείται πως μόνο ήρωες ή θεοί ,κατά τους ομηρικούς χρόνους χρησιμοποιούσαν το λάδι για τις καθημερινές τους περιποιήσεις(όπως επάλειψη το σώματος) ,σε καμία περίπτωση δε χρησιμοποιούνταν για τροφή ή φωτισμός. Οι δύο τελευταίες χρήσεις του ξεκίνησαν μετά τον 6ο αιώνα π.Χ.
Κατά τη βυζαντινή εποχή (4ος-7ος αιώνας μ.Χ.) και μετά το λάδι το σιτάρι και το κρασί χρησιμοποιούνται ευρέως και αποτελούν τη λεγόμενη "μεσογειακή τριάδα". Αυτή την περίοδο οι ανατολικές επαρχίες (Κύπρος, Κιλικία ,Συρία ,Παλαιστίνη),Ιταλία και βορειοδυτική Αφρική αποτελούν σημαντικά κέντρα ελαιουργίας της Μεσογείου.
Προϊόντα ελιάς διακινούνταν από τα μεγάλα λιμάνια στην Κωνσταντινούπολη ,την Αλεξάνδρεια, τη βορειοανατολική Αφρική ,την Ιταλία και τη Μασσαλία. Τη δουλειά αυτοί αναλάμβαναν οι "εληγοί" δηλαδή οι έμποροι λαδιού. το ελαιόλαδο αποτελούσε προϊόν που δεν ήταν προσιτό σε όλα τα κοινωνικά στρώματα λόγω της υψηλής τιμής πώλησης.
Η παραγωγή ελαιόλαδου εντατικοποιείται από τον 13ο αιώνα από την εκκλησία στα μοναστηριακά κτήματα της Μακεδονίας, της Μικράς Ασίας και των νησιών.
Η Λακωνία και η Μεσσηνία αποτελούσαν τις κατεξοχήν ελαιοκομικές ζώνες.
Κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας γίνονται ρυθμίσεις νομοθετικές που αφορούν τους τρόπους καλλιέργειας της ελιάς, τρόπους επεξεργασίας του καρπού, τρόπους αποθήκευσης του ελαιόλαδου προκειμένου να εισπράξει το κράτος φόρους από παραγωγούς και εμπόρους. Η Πελοπόννησος , η Κρήτη και η Λέσβος αναδεικνύονται στα κυριότερα κέντρα παραγωγής λαδιού στην οθωμανική επικράτεια. Η φορολόγηση των ελαιοπαραγωγών γίνεται με τη δέκατη.
Με τη σύσταση του ελληνικού κράτους το 1830 το κράτος λαμβάνει σημαντικά μέτρα με σκοπό την ενίσχυση της ελαιοκαλλιέργειας.
Μετά το 1870 δημιουργούνται τα πρώτα ατμοκίνητα εργοστάσια στην Ελλάδα και έτσι ξεκινάει η βιομηχανική παραγωγή ελαιόλαδου.
Μέχρι το1931 είναι σε λειτουργία 78 συνεταιρισμοί στους οποίους είναι εγγεγραμμένα 6366 μέλη.